Παριανές Μνήμες: 23η Ιουλίου, επέτειος σωτηρίας των 125 νέων της Πάρου
Τη νύχτα της 16ης προς την 17ην Μαΐου 1944, πραγματοποιήθηκε καταδρομή Άγγλων κομάντος, στις γερμανικές εγκαταστάσεις στην περιοχή των κάτω χωριών, καθώς και στο αεροδρόμιο, χωρισμένοι σε τρεις ομάδες με οδηγούς τους συμπατριώτες μας, Αντώνιο Δελέντα, Μανώλη Γρυλλάκη και Νικόλαο Στέλλα.
Κατάφεραν να αχρηστεύσουν τον τηλέγραφο στον Δραγουλά, τον ασύρματο στον Τσιμπίδι, σκοτώνοντας δύο ασυρματιστές και τραυματίζοντας σοβαρά τον Γερμανό διοικητή. Προφανώς όμως δεν υπήρξε απόλυτος συντονισμός για την επίτευξη του αιφνιδιασμού, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να οδηγηθεί στην αγχόνη στις 21 Μαΐου 1944 ο Νικόλαος Στέλλας. Μετά την επιδρομή των κομάντος, τα πράγματα χειροτέρεψαν πολύ στο νησί μας. Οι Γερμανοί επέβαλαν αμέσως απαγόρευση της κυκλοφορίας των πολιτών από τις 7 το απόγευμα μέχρι τις 6 το πρωί. Τη νύχτα της 4ης Ιουνίου 1944 Κυριακή της Πεντηκοστής, έγινε για πρώτη φορά νυκτερινός βομβαρδισμός του αεροδρομίου.
Στο μεταξύ οι Γερμανοί ετοίμαζαν τα αντίποινα τους, για το φόνο των δύο ασυρματιστών, τον τραυματισμό του διοικητή του αεροδρομίου και την καταστροφή ορισμένων εγκαταστάσεων του. Ο στρατιωτικός διοικητής του νησιού, ταγματάρχης Γκραφ Φον Μέρεμπεργ, ζήτησε από τους προέδρους των κοινοτήτων της Πάρου και της Αντιπάρου να του παραδώσουν σε ορισμένη ημερομηνία, τα ονόματα 125 νέων, τους οποίους θα εκτελούσε ως αντίποινα, για όσα έκαναν οι καταδρομείς σε βάρος του γερμανικού στρατού και για τον παραδειγματισμό και την συμμόρφωση των υπολοίπων νέων του νησιού.
Οι Παριανοί και οι Αντιπαριώτες ήξεραν πως οι Γερμανοί δεν αστειεύονται και πραγματοποιούν συνάντηση οι πρόεδροι των κοινοτήτων και οι εφημέριοι των δύο νησιών, με τον μακαριστό ηγούμενο της Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας, π. Φιλόθεο Ζερβάκο, στο σπίτι του γιατρού, Στρατή Αλιπράντη, στη Μάρπησσα. Εκεί σχημάτισαν επιτροπή αποτελούμενη από τον αοίδιμο γέροντα, Φιλόθεο Ζερβάκο, τον γιατρό, Στρατή Αλιπράντη και τον Μανώλη Καβάλη, πρόεδρο της κοινότητας Αρχιλόχου. Η επιτροπή αυτή επισκέφθηκε τον φρούραρχο υπολοχαγό Ζάσσε και τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει στον στρατιωτικό διοικητή, για τη σωτηρία αυτών των αθώων. Ο φρούραρχος τους είπε ότι είχε προσπαθήσει να αλλάξει την απόφαση του διοικητή, αλλά εκείνος ήταν αμετάπειστος. Το μόνο που τους συνέστησε ήταν να τον καλέσει ο ηγούμενος στο μοναστήρι να τον περιποιηθεί και εκεί, να προσπαθήσει να βρει την κατάλληλη ευκαιρία να τον παρακαλέσει για τη σωτηρία των μελλοθανάτων.
Ο ηγούμενος χωρίς χρονοτριβή, κάλεσε τον Γερμανό διοικητή στο μοναστήρι, εκείνος δέχτηκε την πρόσκληση και το πρωί της επομένης Κυριακής ο von Meremberg με τη συνοδεία έξι αξιωματικών και στρατιωτών, επισκέφτηκε την Λογγοβάρδα. Οι μοναχοί δέχτηκαν τους καλεσμένους τους με φιλικά και φιλόξενα αισθήματα. Τους ξενάγησαν στη βιβλιοθήκη της μονής και στα εργαστήρια αγιογραφίας και βιβλιοδεσίας και το μεσημέρι τους παρέθεσαν ένα πλούσιο γεύμα. Ο αγέρωχος και απροσπέλαστος Γερμανός αξιωματικός, εντυπωσιάστηκε από την γαλήνη που βασίλευε στη μονή, από τον ασκητικό τρόπο ζωής των μοναχών, από τις «βιβλικές» όπως τις χαρακτήρισε φυσιογνωμίες των γερόντων. Σιγά-σιγά, άρχισε να γίνεται πιο προσιτός και η σχέση του με τον ηγούμενο πιο θερμή. Το απόγευμα, ο διοικητής και η ακολουθία του παρακολούθησαν τον εσπερινό, στο καθολικό της μονής και μετά τους προσφέρθηκαν καφέδες και γλυκίσματα, στο αρχονταρίκι.
Τότε συνέβη κάτι ανέλπιστο! Σε αυτόν τον χώρο υποδοχής του μοναστηριού, υπήρχαν αναρτημένες στους τοίχους πολλές εικόνες παλαιών ηγουμένων της μονής. Ανάμεσα σε αυτές υπήρχε μια εικόνα παραθαλάσσιου χωριού. Την είχαν φέρει στη μονή δύο Ρώσοι μοναχοί, μετά την καταστροφή του δικού τους μοναστηριού, κατά τη Ρωσική επανάσταση. Ο von Meremberg στάθηκε σε αυτό το κάδρο και το περιεργάστηκε για πολύ ώρα. Ύστερα φανερά συγκινημένος, είπε στους έκπληκτους μοναχούς ότι, το χωριό που απεικονίζεται στο πίνακα, είναι το χωριό της μητέρας του, στη Γιάλτα της Κριμαίας. Εκεί όταν ήταν παιδί περνούσε στο χωριό αυτό μαζί με την μητέρα του ξέγνοιαστα και ευτυχισμένα καλοκαίρια. Η ατμόσφαιρα είχε γίνει πιο πολύ ειρηνική και φιλική.
Την ώρα της αποχώρησης από τη μονή για την επιστροφή στη βάση τους, ο Γερμανός διοικητής ευχαρίστησε τον π. Φιλόθεο για τη θερμή φιλοξενία και μέσω του διερμηνέα μοναχού Νεκτάριου, του ζήτησε να του ικανοποιήσει όποια εξυπηρέτηση επιθυμεί. Ο ηγούμενος τότε, τόλμησε να του ζητήσει τη σωτηρία των 125 νέων, που επρόκειτο να εκτελεστούν. Ο διοικητής αρνήθηκε «αυτό δεν γίνεται» του είπε. «Ξέρω ότι δεν είναι δίκαιο, αλλά δεν εξαρτάται από μένα. Έχω διαταγές από τους ανωτέρους μου. Εάν δεν υπακούσω θα εκτελεστώ εγώ. Ζήτησε μου άλλη χάρη».
Τότε ο ηγούμενος αφού πήρε από τον διοικητή την υπόσχεση, ότι αυτήν τη χάρη θα την πραγματοποιήσει, του είπε: «Εφ’ όσον δεν μου κάνεις αυτήν την χάριν, ας συμπεριλάβης και εμέ, μετά των 125 προς εκτέλεσιν νέων». Τότε ο διοικητής συγκινήθηκε από την θαρραλέα στάση του ηγούμενου, του έδωσε το χέρι του και του είπε: «Σου τους χαρίζω! Όμως να συστήσεις σε όλους τους κατοίκους της νήσου, να μην επαναληφθούν παρόμοια γεγονότα και να μην κόψουν τα τηλεφωνικά καλώδια, γιατί θα φανώ αμείλικτος».
Ο ηγούμενος συγκινημένος και κείνος απ’ αυτή την εξέλιξη, ευχαρίστησε τον διοικητή, του υποσχέθηκε ότι θα κάνει αυτό που του ζητά και του ευχήθηκε, η Παναγία να προστατεύει πάντοτε τον ίδιο και την οικογένεια του. Ο voMeremberg, έφυγε από την μονή. Οι 125 μελλοθάνατοι νέοι είχαν σωθεί! Ήταν 23 Ιουλίου 1944.
Πηγές: «Παριανές ιστορίες από τον τελευταίο πόλεμο και την εχθρική κατοχή» του Παναγιώτη Ι. Πατέλλη.
Χριστόδουλος Α. Μαούνης