Γλωσσικό ιδίωμα Λευκών (Μέρος 7ο)

KASTANIAS.jpg

Συνεχίζοντας την παρουσίαση λέξεων και φράσεων στο τρίτο μέρος του βιβλίου: «Το Γλωσσικό Ιδίωμα των Λευκών Πάρου», έκδοση του συλλόγου Λευκιανών Πάρου της Αθήνας (Αθήνα 2004), συμπληρώνονται από τον κ. Ευάγγελο Ν. Καστανιά τα παρακάτω, ώστε να γίνει η καταχώρισή τους από τους αναγνώστες που επιθυμούν να έχουν συμπληρωμένο το Λευκιανό λεξιλόγιο.

Άμα λ’δίζ’ς να μη γκρομμ’δίζ’ς. Όταν τρως ελιές (λιδίζεις) να μην τρως και κρεμμύδια (κρομμυδίζεις) συγχρόνως, γιατί είναι σπατάλη των ειδών διατροφής αφού μπορεί να κάνεις δυο χωριστά γεύματα, ένα με ελιές και ένα άλλο με κρεμμύδια. Ενδεικτικό της ανέχειας των κατοίκων (Σελ.707). 

Άμα μπεράσ’ (άμαν περάσει) το Σαββάτο, μη μπερ’μένις (μην περιμένεις) κ’λούρ’ (κουλούρι). Οι νοικοκυρές τότε ζύμωναν μια φορά την εβδομάδα, Παρασκευή ή Σάββατο, και συνήθως ζύμωναν και κανένα κουλούρι το οποίο επειδή ψηνόταν γρηγορότερα από τα ψωμιά (πρωτοφούρινι*), το έτρωγαν μόλις ψηνόταν. Όταν λοιπόν περνούσε το Σάββατο και δεν έτρωγες κουλούρι, τότε, ή η νοικοκυρά δε ζύμωσε κουλούρι, ή ζύμωσε και το έφαγαν άλλοι. Δεν πρέπει να χάνεις τις ευκαιρίες που σου παρουσιάζοντα. (Σελ. 707).

Δαμάλι επήε (πήγε), μοσκάρ’ (μοσχάρι) ηγύρ’σε. Βόδι πήγε και βόδι γύρισε. Όταν κάποιος αποτυγχάνει στην αποστολή του (Σελ. 712).

Έκι  (έτσι) κι αλλιώς, η ζωή θα τελειώσ’. Η ματαιότητα της επίγειας ζωής του ανθρώπου (Σελ. 715).

Θα σ’ βρέξω το στ’μόνι (στημόνι). Θα σε δείρω (Σελ. 720).

Ιτ’τούς (ετούτος) ο αργάτ’ς (εργάτης) κάνι (κάνει) παπάδες. Το έλεγαν για τον εργάτη που όταν έσκαβε με την αξίνη, άφηνε έδαφος άσκαφτο (παπάδες). Δεν ήταν δηλαδή καλός σκαφτιάς (Σελ. 722).

Λάσπ’ η δ’λειά μας. Λάσπη η δουλειά μας. Αποτύχαμε στο σκοπό μας (Σελ. 724).

Να μη ναποτάξ` κλιρά (κλήρα=γόνος, παιδί). Να μην αποκτήσει απογόνους. Κατάρα (Σελ. 730).

Να τραβάς τα μαλλιά  σ’, τσαι να βγαίν’νε τα γένια σ`. Όταν ακούγονται ή συμβαίνουν παράξενα πράγματα (Σελ. 730).

ξ’νότ’ρα θα ‘γύρ’ζις. Ξινότυρα θα γύριζες. Το έλεγαν σκωπτικά και ειρωνικά, για ’κείνον που προσπαθούσε να δικαιολογήσει με διάφορες ιστορίες την πολύωρη απουσία του, επειδή τα ξινότυρα είναι προϊόντα εποχικά και λίγα, και η απασχόληση με αυτά δεν απαιτούσε πολύ χρόνο (Σελ. 732).

Ο γέρος θέλει κάθ’σμα και το παιδί φαΐ. Οι ανάγκες δυο διαφορετικών ηλικιών (Σελ. 732).

Πότε θα με βιρς (βρεις) στα κρασά (κρασιά) μ’! Πρόσεχε, γιατί μπορεί  κάποια στιγμή να με βρεις σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση, που θα σου φερθώ πολύ άσχημα. Έκφραση απειλής (Σελ. 739).

Σα ντου στσ’λού στ’ ναλισ’δά. Σαν το σκύλο στην αλυσίδα. Για άνθρωπο που θέλει να δράσει, αλλά τον συγκρατούν διάφορα εμπόδια όπως συγκρατεί ένα σκύλο η αλυσίδα, με την οποία είναι δεμένος (Σελ.741).

Τ’ Λευκιανού τ’ αποδοσίδ’ (δώρο, πεσκέσι, ιδίως σε φαγώσιμα ή ποτά), μνια ελιά τσ’ (και) ένα κρομμύδ’ (κρεμμύδι). Μην περιμένεις πλούσια δώρα από Λευκιανό, όχι γιατί είναι τσιγκούνης, αλλά γιατί λόγω της φτώχιας του, δεν έχει να σου προσφέρει (Σελ. 744).

Το κακό το μ’λάρ’ σε ξένο τόπο π’λιέται (πουλιέται). Άνθρωπος με κακό χαρακτήρα μπορεί να προκόψει μόνο εκεί που δεν τον γνωρίζουν (Σελ. 745).

Το νικάμε ντ’μπάτσ’* στο ξ’λού. Τον έκανε τύμπανο στο ξύλο. Τον έδειρε τόσο πολύ που πρήστηκε σαν τύμπανο (Σελ. 745).

Το νικοπάνιε (τον κοπανούσε) σα ντ’ γκοπαν’δά (σαν την κοπανίδα*) τα ρ’χά (ρούχα). Τον χτυπούσε (έδερνε), όπως χτυπά η νοικοκυρά με την κοπανίδα τα ρούχα όταν τα πλύνει στη γούρνα (γ’ρνά*) (Σελ. 745). 

Ευάγγελος Νικ. Καστανιάς