Σ.τΕ.: Η κυβέρνηση νόθευσε τη λαϊκή βούληση στους δήμους

Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απεφάνθη οριστικά και αμετάκλητα: Αντισυνταγματικές οι διατάξεις των «νόμων Θεοδωρικάκου» με τις οποίες μεταφέρθηκαν κρίσιμες και με σημαντικό οικονομικό αντικείμενο αρμοδιότητες των δημοτικών συμβουλίων προς τις Οικονομικές Επιτροπές και τις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής των Δήμων και με τις οποίες αλλοιώθηκαν οι εκλογικοί συσχετισμοί της απλής αναλογικής, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν στις εν λόγω επιτροπές (πλασματικές) πλειοψηφίες 3/5 οι παρατάξεις των δημάρχων.

Η απόφαση (υπ’ αριθμόν 2377/2022) του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου αποτελεί ισχυρό και αναμφισβήτητο πλήγμα για τον «πυρήνα» του πολιτικού δόγματος με το οποίο προσεγγίζει την Τοπική Αυτοδιοίκηση η κυβέρνηση της Ν.Δ., που απαξίωσε τα εγγύτερα στον πολίτη δημοκρατικά όργανα και μετέτρεψε τους δήμους σε «ενός ανδρός αρχές».

Οι νόμοι του πρώην υπουργού Εσωτερικών Τ. Θεοδωρικάκου (4623/2019 και 4625/2019) ήταν από τους πρώτους που πέρασε η παρούσα κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2019. Ψηφίστηκαν άμεσα μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαΐου 2019, όταν είχαν ήδη εκλεγεί νέες δημοτικές αρχές με το εκλογικό σύστημα του «Κλεισθένη», αλλά πριν αναλάβουν οι νεοεκλεγείσες δημοτικές αρχές καθήκοντα. «Μετέβαλαν εκ των υστέρων το πλαίσιο ασκήσεως του κατοχυρωμένου στο Σύνταγμα δικαιώματος εκλογής των αρχών των ΟΤΑ», αναφέρεται στην περίληψη της απόφασης του ΣτΕ. Δηλαδή το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο με απλά λόγια έκρινε ότι η κυβέρνηση άλλαξε τους όρους του «εκλογικού παιχνιδιού» κατά παράβαση του Συντάγματος.

Τι σημαίνει πρακτικά η απόφαση του ΣτΕ για τις αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί στη διάρκεια των τελευταίων τριών χρόνων από τις Επιτροπές; «Πρακτικά, τίποτα», εξηγούν κύκλοι του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου στην «Εφ.Συν.»: οι αποφάσεις αυτές διατηρούν τεκμήριο νομιμότητας και εφόσον δεν έχουν προσβληθεί εμπρόθεσμα (60 ημέρες μετά τη δημοσιοποίησή τους, αν πρόκειται για κανονιστικές πράξεις), έχει κλείσει οποιοδήποτε ζήτημα ακύρωσής τους. Η απόφαση του ΣτΕ δεν έχει αναδρομική ισχύ.

Μείζον ζήτημα, όμως, εγείρεται για τις αποφάσεις που θα ληφθούν εφεξής: είναι δυνητικά πληττόμενες, δηλαδή, όπως εξηγούν οι ίδιοι κύκλοι του ΣτΕ, μπορούν να προσβληθούν. «Εγείρεται ένα ζήτημα νομιμότητας, αλλά κάποιος πρέπει να το θέσει», αναφέρουν.

Σε κάθε περίπτωση οι συγκεκριμένες Επιτροπές είναι πλέον πολιτικά απονομιμοποιημένες.