Παλιές ιστορίες της Πάρου | Το τσιγάρο-βόμβα

ΦΩΤΟ: Π. ΑΥΛΗΤΗΣ

ΦΩΤΟ: Π. ΑΥΛΗΤΗΣ

Θυμάμαι μια σφαλιάρα και ανάκριση, στην οποία με υπέβαλε ο θείος μου Χρίστος Κιουπελίδης στην Κατοχή, για ένα τσιγάρο. Όχι οποιοδήποτε. Αλλά ένα τσιγάρο – βόμβα, που από τύχη δεν έσκασε με ολέθριες συνέπειες για την αντίσταση. Κι αυτή είναι η ιστορία του:

Κάποια μέρα στην Κατοχή βρήκα στο δρόμο ένα τσιγάρο. Ήταν πεταμένο στο βόλτο λίγο πριν από το εστιατόριο του Κυριαζάνου στην Παροικιά. Προφανώς είχε πέσει από κάποιον ή αυτός το πέταξε, για λόγους που δε γνωρίζω. Και με την αφέλεια που με χαρακτήριζε σαν παιδί, το έβαλα στο στόμα μου και πήγα έτσι μέχρι το ραφτάδικο του θείου μου, που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο κάτω, προσποιούμενος ότι καπνίζω.

Εκείνος, μόλις με είδε, πέταξε το ψαλίδι που κρατούσε πάνω στον πάγκο βίαια και όρμησε εναντίον μου. Μου άρπαξε το τσιγάρο από το στόμα και με φιλοδώρησε με μια δυνατή σφαλιάρα, λέγοντας σαν μικρασιάτης, στα τούρκικα «κιοπέογλου κιοπέκ» (γιε της σκύλας, σκύλε) Το περιεργάστηκε και με έπιασε από το αφτί. «Λέγε που βρήκες αυτό το τσιγάρο… Ποιος σου το έδωσε…» Ίσως υποψιάστηκε ότι το είχα πάρει από κάποιον δικό μας. Του εξήγησα, κλαίγοντας γοερά, που είχα βρει το τσιγάρο κι όταν πείστηκε ηρέμησε. Έτριψε στη χούφτα του το τσιγάρο και το έκανε σκόνη.

Γύρισα κλαίγοντας στο σπίτι. Η θεία μου η Ειρήνη, βλέποντας το κοκκινισμένο μάγουλό μου, θέλησε να μάθει τι συνέβη. Κι όταν της διηγήθηκα το περιστατικό, άρχισε να μου λέει για το πόσο βλαβερός είναι ο καπνός και γιατί δεν πρέπει να καπνίζουμε κι άλλα τέτοια. Τότε «έβγαλα γλώσσα»! «Εσύ θεία γιατί καπνίζεις;» τη ρώτησα. Έμαθα έτσι ότι αυτό που κάπνιζε εκείνη και έμοιαζε με τσιγάρο ήταν κομμένο λουλούδι από ένα δεντράκι που είχαμε στην αυλή και το έλεγαν στριμόνιο. Ήταν γιατρικό για το χρόνιο άσθμα από το οποίο υπέφερε.

Εκείνη θα έμαθε την αλήθεια την ίδια μέρα. Αλλά εγώ την έμαθα μετά τον πόλεμο: Το τσιγάρο ήταν εγγλέζικο (δεν θυμάμαι εάν είχε επιστόμιο – φίλτρο) και ο θείος μου, βλέποντάς το στο στόμα μου, τρομοκρατήθηκε. Γνώριζε τη συμμετοχή των θείων μου Ιάκωβου, Μιχάλη και Ζέλου Ραγκούση, του εξαδέλφου μου Πέτρου Ραγκούση, καθώς και του θείου μου Γιώργου Καπαρού και του γιου του Γιάννη στην αντίσταση, και ανησύχησε. Σκέφθηκε ότι αν ήταν εκεί ο Πέτρο, ο Ιταλός που επιδιόρθωνε στο ραφτάδικο τις στολές των δικών του και έβλεπε το τσιγάρο θα είχαμε ιστορίες.

Ένα εγγλέζικο τσιγάρο στην Πάρο, εκείνες τις μέρες, θα μπορούσε να γίνει ο «μίτος της Αριάδνης» για την αποκάλυψη της βάσης της Αντιπάρου. Ευτυχώς ο Ιταλός απουσίαζε και το τσιγάρο - βόμβα δεν… εξερράγη!

Σημ.: Το παραπάνω δημοσίευμα –που υπογράφει ο κ. Γιώργος Βαξεβανίδης- είναι με την άδεια της ηλεκτρονικής σελίδας: «Η ιστορία της Πάρου».