Γιάννος Κουράγιος: «Το Δεσποτικό είναι η δεύτερη Δήλος»

Το Δεσποτικό είναι ένα μικρό ακατοίκητο νησί το οποίο ανήκει στις Κυκλάδες και είναι γνωστό ως η δεύτερη Δήλος λόγω της σημαντικής ιστορίας και των ανεξάντλητων αρχαιολογικών θησαυρών του.

Τα τελευταία χρόνια, όταν πλησιάζεις στο πληροφοριακό κέντρο που βρίσκεται στην είσοδο του υπήνεμου κόλπου του Αγίου Γεωργίου, στη δυτική ακτή της Αντιπάρου, συναντάς τουρίστες που επιθυμούν να περάσουν απέναντι για να θαυμάσουν από απόσταση τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Ο αρχαιολογικός χώρος στο Δεσποτικό Κυκλάδων, ο οποίος βρίσκεται στη θέση Μάντρα, ανασκάπτεται συστηματικά για περισσότερο από είκοσι χρόνια και μέχρι σήμερα οι συνεχείς έρευνες έχουν φέρει στο φως ένα εκτεταμένο ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα, για την ύπαρξη του οποίου δεν γίνεται αναφορά σε επιγραφικές ή άλλες φιλολογικές πηγές της αρχαιότητας.

Το ιερό του Δεσποτικού αποτελεί μια μοναδική περίπτωση στον χώρο του Αιγαίου. Η ακμή του χρονολογείται στον 6ο αι. π.Χ., αλλά, σύμφωνα με τις πρόσφατες έρευνες, τα πρωιμότερα ίχνη λατρείας ανάγονται στον 8ο αι. π.Χ. Η αποκάλυψη του ιερού άλλαξε ριζικά το λατρευτικό τοπίο των αρχαϊκών Κυκλάδων, αφού πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση ιερό μετά από αυτό της Δήλου.

Την ίδια στιγμή, η φετινή ανασκαφή ανέδειξε πολλά εντυπωσιακά αρχαιολογικά ευρήματα. Μεταξύ άλλων, ήλθε στο φως ένας ακέφαλος ανδρικός κορμός του αυστηρού ρυθμού που τεχνοτροπικά παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ. Είναι έργο εξαιρετικής ποιότητας από παριανό μάρμαρο, με λεία και στιλπνή επιδερμίδα. Επίσης, βρέθηκαν τμήματα αρχαϊκών κούρων εντοιχισμένα ως οικοδομικό υλικό.

Ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από την ανακάλυψη των σπουδαίων ευρημάτων είναι ο διευθυντής της ανασκαφής και αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Γιάννος Κουράγιος. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957, σπούδασε Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας και έλαβε δίπλωμα συντήρησης αρχαιοτήτων στην ιδιωτική σχολή «Lo Sprone». Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα του επικεντρώνονται στην αρχαϊκή και κλασική περίοδο στις Κυκλάδες και κυρίως στο ιερό του Δεσποτικού και στην τοπογραφία, την οργάνωση, τη θρησκεία και την καλλιτεχνική παραγωγή της Πάρου στους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους. Για τον ίδιο η ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο του Δεσποτικού αποτελεί έργο ζωής.

Τον συναντώ στους χώρους του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, το οποίο, όπως μου λέει «ξεχωρίζει για τη σπουδαία συλλογή του από αρχαίους και βυζαντινούς θησαυρούς που αναδεικνύουν τη διαχρονικότητα και αδιάσπαστη ενότητα της ελληνικής τέχνης». Πώς ξεκίνησε, όμως, η σχέση του με το Δεσποτικό; «Πριν από πολλά χρόνια», επισημαίνει. Πράγματι, το 1996 είναι μια ημερομηνία-σταθμός στο προσωπικό του ημερολόγιο, αφού τότε επισκέφθηκε το Δεσποτικό για πρώτη φορά μαζί με την Ντόλυ Γουλανδρή, την ιδρύτρια του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, η οποία του υπέδειξε τη θέση Μάντρα. Εκεί διέκρινε εντοιχισμένα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη που προέρχονταν από δωρικό ναό και ορατούς τοίχους. «Η Ντόλυ Γουλανδρή ήταν εκείνη που με ενθάρρυνε να ξεκινήσω την έρευνα στο νησί κι έτσι σε έναν χρόνο ξεκινήσαμε την ανασκαφική διαδικασία. Έως το 2000 είχε σωστικό χαρακτήρα και δουλεύαμε λίγες μέρες κάθε καλοκαίρι, με κάποιους εργάτες, από το πρωί έως το βράδυ. Οι πρώτες έρευνες πραγματοποιήθηκαν µε πολύ μεγάλες δυσκολίες λόγω του δύσβατου της περιοχής, αφού δεν υπήρχε µόλος, ο οποίος κατασκευάστηκε τελικά το 2002», θυμάται.

Επιχειρώντας μια αναδρομή στο παρελθόν, υποστηρίζει ότι ποτέ του δεν περίμενε πως αυτό το ακατοίκητο νησάκι με τα εκατοντάδες παρδαλά κατσίκια και τις πανέμορφες παραλίες θα έκρυβε έναν πλούτο αρχαιολογικών ευρημάτων.

Μέχρι σήμερα, έπειτα από περισσότερα από είκοσι χρόνια συστηματικών ερευνών, έχουν αποκαλυφθεί είκοσι πέντε κτίρια και δύο μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα που χρονολογούνται από τους γεωμετρικούς έως τους κλασικούς χρόνους. Αποτέλεσμα των ανασκαφικών εργασιών είναι η ανασύσταση της άρτιας οργάνωσης του ιερού, της αρχιτεκτονικής των λατρευτικών και μη κτιρίων και του πλούτου των αναθημάτων του, όλα ενδεικτικά της αίγλης και της μεγάλης εμβέλειας ενός πολύ σημαντικού θρησκευτικού κέντρου. Παράλληλα, εκτός από τον Απόλλωνα, πιθανότατα στο ιερό λατρευόταν και η αδερφή του Άρτεµις, ενώ, κατά την κλασική περίοδο, και η θεά Εστία µε το επίθετο Ισθµία.

«Τα πολυπληθή ευρήματα από τον ναό επιβεβαιώνουν τον πλούτο του ιερού. Εξακόσια αντικείμενα κυκλαδικής, κορινθιακής, ανατολικο-ιωνικής, κυπριακής και αιγυπτιακής προέλευσης βρέθηκαν κάτω από τις πλάκες του δαπέδου του. Πρόκειται για μια πλούσια και ποικίλη συλλογή αντικειμένων τόσο ως προς το είδος όσο και ως προς το υλικό, που παλιότερα είχαν προσφερθεί στο ιερό και “θάφτηκαν” κατά την ανέγερση του αρχαϊκού ναού ώστε να προστατευτούν. Το σημαντικότερο από τα ευρήματα είναι το τμήμα δαιδαλικού ειδωλίου γυναικείας μορφής που χρονολογείται γύρω στο 675-650 π.Χ. και ταυτίζεται με το αρχικό λατρευτικό είδωλο», επισημαίνει.

Φέτος, για επτά εβδομάδες, από τις 22 Μαΐου έως τις 14 Ιουλίου, εργάζονταν πυρετωδώς μαζί με την ομάδα του στη Μάντρα προκειμένου να εμπλουτίσουν τα υπάρχοντα στοιχεία για την τοπογραφία της θέσης και την ιστορία της από την πρώιμη εποχή του σιδήρου έως και την Ύστερη Αρχαιότητα. Τι σηματοδοτεί η φετινή ανακάλυψη του μικρού κούρου; Ο ίδιος εξηγεί: «Η αποκάλυψή του είναι πολύ σημαντική, καθώς πρόκειται για ένα από τα καλύτερα σωζόμενα γλυπτά που έχουν αποκαλυφθεί στο Δεσποτικό αλλά και στις Κυκλάδες τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, η χρονολόγησή του στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. δείχνει πως το ιερό ήκμαζε και εκείνη την περίοδο. Μάλιστα, οι κούροι που έχουν βρεθεί έως τώρα χρονολογούνται μέσα στον 6ο αι. π.Χ. Επιπλέον, η παριανή προέλευση του γλυπτού αποδεικνύει, μεταξύ άλλων, την ισχυρή σύνδεση του ιερού του Δεσποτικού με την πόλη της Πάρου, που άλλωστε πρωτοστάτησε στην ίδρυσή του».

Χαρακτηριστική της μεγάλης έκτασης του ιερού είναι η ανασκαφή από το 2020 ενός πολύπλοκου συστήματος συλλογής και διαχείρισης υδάτων στις υπώρειες του λόφου νότια του τεμένους του ιερού. Μετά την πλήρη αποκάλυψη της ανατολικής, δυτικής, βόρειας και νότιας πλευράς της μεγάλης δεξαμενής τις δυο προηγούμενες χρονιές, φέτος οι εργασίες επικεντρώθηκαν στη ΝΔ γωνία της, όπου υπήρχε μια μεταβυζαντινή κατασκευή.

Η εντυπωσιακών διαστάσεων δεξαμενή είναι κατασκευασμένη από μεγάλους ορθογωνισμένους λίθους γνευσίου προσεκτικά τοποθετημένους, με ελάχιστα κενά στους αρμούς μεταξύ τους. Τόσο όλοι οι τοίχοι της δεξαμενής όσο και ο πυθμένας της ήταν καλυμμένοι με ένα παχύ στρώμα υδραυλικού κονιάματος υπόλευκου χρώματος. Σε απόσταση περίπου ενός μέτρου νότια της μεγάλης δεξαμενής αποκαλύφθηκαν δύο επιμέρους ορθογώνιοι χώροι –προλάκκια–, εντός των οποίων πρέπει να γινόταν το φιλτράρισμα του νερού. Συγχρόνως, κατά το χρονικό διάστημα της φετινής ανασκαφικής περιόδου, αποκαλύφθηκε πλήρως ο πυθμένας της κυκλικής δεξαμενής. Από την επίχωση στο εσωτερικό της προέκυψε θραύσμα υποστατού βάσης πήλινου περιρραντηρίου με ανάγλυφη παράσταση λέοντα που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ.

Η αποκάλυψή του μικρού κούρου, ενός από τα καλύτερα σωζόμενα γλυπτά που έχουν αποκαλυφθεί στο Δεσποτικό αλλά και στις Κυκλάδες τα τελευταία χρόνια.

Φυσικά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα θραύσματα δύο ακόμα κούρων, που βρέθηκαν φέτος εντοιχισμένα ως οικοδομικά υλικά σε τοίχο που είχε προστεθεί στο ιερό σε μεταγενέστερη περίοδο, όταν είχε παύσει η λειτουργία του.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν τοποθετημένα σε παράταξη τρία θραύσματα του ίδιου κούρου: ο άνω και κάτω κορμός και η αποκρουσμένη στην πίσω όψη κεφαλή του που σώζει τμήμα των βοστρύχων της μακριάς κόμης. Πρόκειται για έργο του δεύτερου μισού του 6ου αιώνα π.Χ. Επιπλέον, βρέθηκε τμήμα των μηρών και της βουβωνικής χώρας δεύτερου κούρου, τμήμα άνω κορμού που πιθανόν συνανήκει με τον προηγούμενο, καθώς και τμήμα βραχίονα και ποδιού.

Γιατί, άραγε, είναι τόσο σπουδαίο το μεγάλο αρχαϊκό λατρευτικό κέντρο του Αιγαίου στο Δεσποτικό; Ο κ. Κουράγιος απαντά:

«Είναι το μεγαλύτερο σε μέγεθος αρχαϊκό ιερό των Κυκλάδων μετά από αυτό της Δήλου. Έχουν αποκαλυφθεί σε αυτό δεκάδες αρχαϊκά γλυπτά, τα περισσότερα σε αριθμό μετά τη Δήλο. Επιπλέον, η μελέτη των ευρημάτων από εμένα και τους επιστημονικούς συνεργάτες μου (Ίλια Νταϊφά, Αλεξάνδρα Αλεξανδρίδου, Erica Angliker, Ιφιγένεια Λεβέντη, Αenne Ohnesorg, Δημήτρης Παλαιοθόδωρος κ.ά) έχει καταδείξει ότι η ανάπτυξη της εγκατάστασης στη θέση Μάντρα καθορίστηκε από τις πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις στις αρχαϊκές Κυκλάδες, ρίχνοντας φως σε άγνωστες μέχρι πρότινος πτυχές της ιστορίας τους. Τέλος, ο αρχαιολογικός χώρος έχει κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά (απουσία νεότερων επεμβάσεων, διατήρηση φυσικού περιβάλλοντος, εύκολη πρόσβαση από την Αντίπαρο) που καθιστούν επιτακτική πολιτιστική ανάγκη την προστασία και ανάδειξή του». Τι είναι αυτό που τον έχει εντυπωσιάσει περισσότερο σ’ αυτή την αρχαιολογική ανασκαφή; «Το ότι κάθε χρόνο μάς επιφυλάσσει μεγάλες εκπλήξεις. Φαίνεται πως ο χώρος κρύβει ακόμα πολλούς θησαυρούς. Κάθε φορά νομίζουμε ότι έχουμε εξαντλήσει ανασκαφικά την περιοχή, αλλά κάθε χρόνο αποδεικνύεται ότι κάθε σπιθαμή της Μάντρας καλύπτεται με κτίρια της λατρευτικής εγκατάστασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι μεγάλες δεξαμενές και το κτίριο ΜΝ που αποκαλύφθηκε φέτος», αναφέρει.

Η ενασχόλησή του με την αρχαιολογία δεν ήταν μια τυχαία απόφαση. Το πάθος για τη «μελέτη των αρχαίων πραγμάτων» καλλιεργήθηκε σε μικρή ηλικία, αφού, από τότε που θυμάται τον εαυτό του, τον συνάρπαζε η ανασύσταση εικόνων και στιγμών του παρελθόντος. Σήμερα, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχαιολόγους. Έχει διεξαγάγει πλήθος σωστικών ανασκαφών στη γειτονική Πάρο, φέρνοντας στο φως σπουδαία μνημεία της αρχαίας πόλης. Επίσης, έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σε αρχαιολογικά περιοδικά, κείμενά του βρίσκονται σε συλλογικές εκδόσεις, ενώ έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις για την Πάρο και το Δεσποτικό σε πολλά αρχαιολογικά συνέδρια και έχει δώσει διαλέξεις σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια αλλά και σε μουσεία. Το βέβαιο είναι ότι εξακολουθεί να μελετά ενδελεχώς τις αρχαίες πηγές, ερμηνεύοντάς τες, και να συμπληρώνει το παζλ των αρχαίων περιόδων, ενώ εξακολουθεί να διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον, το πάθος και τον ενθουσιασμό του για την αναζήτηση της γνώσης γύρω από τον άνθρωπο και το παρελθόν του.

Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, επιχειρώντας μια αναδρομή στο παρελθόν, υποστηρίζει ότι ποτέ του δεν περίμενε πως αυτό το ακατοίκητο νησάκι με τα εκατοντάδες παρδαλά κατσίκια και τις πανέμορφες παραλίες θα έκρυβε έναν πλούτο αρχαιολογικών ευρημάτων. Νιώθει πολύ τυχερός που ηγείται αυτής της έρευνας και εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για τους ανθρώπους που τον έχουν στηρίξει όλα αυτά τα χρόνια. τους πολύτιμούς συνεργάτες του που μαζί αγωνίζονται για την προστασία και ανάδειξη αυτού του μοναδικού χώρου, τους τεχνίτες, τους εκατοντάδες εθελοντές φοιτητές και, φυσικά, τους χορηγούς της ανασκαφής και της αναστήλωσης (ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ Αθανάσιος & Μαρίνα Μαρτίνου, Ίδρυμα Π&Α Κανελλοπούλου, Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη, Δήμος Αντιπάρου, Ίδρυμα Ι. Λάτση, Σύλλογος «Οι Φίλοι της Πάρου», Marion & Hlias Stassinopoulos, CYA, και πολλοί άλλοι).

Σκάβοντας για πολλά χρόνια το Δεσποτικό, και με την αναστήλωση των τριών λατρευτικών κτιρίων του ιερού να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί υποδειγματικά, το μόνο που απομένει πλέον είναι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες από το υπουργείο Πολιτισμού, ώστε σύντομα να ανοίξει ο χώρος και επίσημα τις πύλες του στο κοινό. Μάλιστα, τον περασμένο Αύγουστο πραγματοποιήθηκε με την πρωτοβουλία ενός τοπικού συλλόγου (Σύλλογος Μαρπησαίων και Αρχιλοχιτών) η πρώτη πολιτιστική εκδήλωση στο Δεσποτικό, στην οποία προσήλθαν εκατοντάδες επισκέπτες που απόλαυσαν αρχαιολογικές ομιλίες και ρεσιτάλ πιάνου. Με την οργάνωσή του, ο αρχαιολογικός χώρος στο Δεσποτικό θα εξελιχθεί σε έναν από τους πιο δημοφιλείς αρχαιολογικούς προορισμούς των Κυκλάδων.

ΠΗΓΗ: Lifo.gr