Ακρίβεια: Μια μάχη που χάθηκε ή μια μάχη που δεν δόθηκε ποτέ από μια ανάλγητη κυβέρνηση;

Μετά τη δύσκολη περίοδο του covid-19 ζούμε μια παρατεταμένη κρίση αύξησης τιμών, αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα.

Αυξήσεις στη βενζίνη και την ενέργεια, στις τράπεζες, στις μεταφορές, στο ΦΠΑ, στα βασικά αγαθά καθημερινής διαβίωσης και όχι μόνο. Αυξήσεις που δυσκολεύουν τις οικογένειες να τα βγάλουν πέρα, μειώνουν την αγοραστική τους δύναμη και εξαφανίζουν τις πενιχρές αυξήσεις μισθών και συντάξεων.

Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη που βρίσκεται στα ηνία της χώρας τα τελευταία πεντέμισι χρόνια, διατείνεται ότι λαμβάνει κάθε μέτρο στήριξης των πολιτών, στα πλαίσια πάντα της δημοσιονομικής αντοχής της οικονομίας της χώρας.

Εξάλλου το φαινόμενο είναι “παγκόσμιο”, δεν έχει να κάνει με την εγχώρια αισχροκέρδεια, λένε…

 Ή μήπως όχι;

Σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυξήσεων, η κυβέρνηση έχει και μια εντέχνως πλασαρισμένη “πειστική” εξήγηση που μια χαρά αναμεταδίδεται από τις συχνότητες των φιλικών προς αυτήν ΜΜΕ. Για την ενέργεια φταίει ο πόλεμος στην Ουκρανία, για τα καύσιμα φταίνε οι συγκρούσεις στην Παλαιστίνη ή ο εμφύλιος στην Συρία, για τις τράπεζες η συνεχόμενη αδυναμία τους να σταθούν στα πόδια τους (μετά από τις τόσες ανακεφαλαιοποιήσεις που εμείς οι ίδιοι πληρώσαμε!), για το ΦΠΑ το γεγονός ότι δεν φτάνει η μείωση στο ράφι, για τα βασικά αγαθά οι Χούθι κοκ..

Την ίδια στιγμή που για τα δεινά αυτά υπεύθυνοι είναι άλλοι, για την ελάφρυνση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από τις συνεχώς αυξανόμενες ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι του Δημοσίου (ΕΦΚΑ, ΚΕΑΟ, Εφορία, Δήμους) η ιδιά, δεν πράττει απολύτως τίποτα, δείχνοντας για άλλη μια φορά το πραγματικό της πρόσωπο.

Τελευταίο και πιο πρόσφατο παράδειγμα, η ρύθμιση των 60 δόσεων προς τους Δήμους. Παρά την πίεση που άσκησαν οι Δήμαρχοι μέσω του θεσμικού τους οργάνου (ΚΕΔΕ), να θεσπιστεί η δυνατότητα διαγραφής των προσαυξήσεων προς όλους, -αναγνωρίζοντας το σοβαρό πρόβλημα χρέους των δημοτών τους-, το δικαίωμα της διαγραφής των προσαυξήσεων παραχωρήθηκε μόνο στους ευάλωτους οφειλέτες, διαιωνίζοντας το πρόβλημα.

Η ευαισθησία της κυβέρνησης δεν έφτασε ως εκεί.

Συμπερασματικά, έχουμε μια κυβέρνηση:

● που αισχροκερδεί έναντι των πολιτών της μέσω της κοινωνικά άδικης έμμεσης φορολογίας

● που δεν μειώνει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα

● που δεν ενδιαφέρεται να μειώσει και να ελαφρύνει τις οφειλές των μικρομεσαίων και των νοικοκυριών μέσω μιας γενναίας ρύθμισης και απαλοιφής ενός μεγάλου ποσού προσαυξήσεων που τους βαραίνουν (χωρίς στην ουσία να χάσει τίποτα, αντιθέτως θα εισέπραττε μέρος των μη εξυπηρετούμενων οφειλών που λιμνάζουν εδώ και καιρό)

● υποκρίνεται κάνοντας πως τα βάζει δήθεν με τα καρτέλ της αγοράς, των τραπεζών, της ενέργειας, των εφοπλιστών αφήνοντας να μεσουρανούν τα συμφέροντά τους (βλ. τιμές εισιτηρίων).

Ακόμα και σήμερα όμως, μέλη της κυβέρνησης και βουλευτές της συμπολίτευσης εμφανίζονται ως υπηρέτες μιας φιλολαϊκής πολιτικής, κόντρα σε κάθε λογική και κόντρα σε όλα τα στοιχεία που δημοσιεύονται κατά καιρούς από οργανισμούς όπως ο ΟΟΣΑ η EUROSTAT η ΕΛΣΤΑΤ και άλλοι.

Διαστρεβλώνουν κατάφωρα την πραγματικότητα που είναι μία και την νιώθουν στο πετσί τους οι πολίτες: Ποτέ δεν νοιάστηκαν πραγματικά για αυτούς, ποτέ δεν θέλησαν στ' αλήθεια να δώσουν την μάχη κατά της ακρίβειας, ποτέ δεν θέλησαν να έρθουν αντιμέτωποι με τα κάθε είδους καρτέλ.

Άλλωστε, αυτά δεν είναι που τους στηρίζουν στην εξουσία;

Βενιανάκης Χρήστος

Μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.