Στον ανήφορο και πάλι η χονδρική του ρεύματος
/Την ώρα που η ειδησεογραφία στην Ελλάδα κατακλύζεται από πανηγυρικά δημοσιεύματα για τις χαμηλές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος διότι «λειτουργεί ο ανταγωνισμός», η χώρα μας επανέρχεται στην πρώτη θέση ακρίβειας πανευρωπαϊκά, το ένα από τα τέσσερα χρωματιστά τιμολόγια παραμένει άφαντο, οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων καλούνται να επιστρέψουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και οι πάροχοι λιανικής εφευρίσκουν χίλιους τρόπους για να μπερδέψουν τους καταναλωτές με προϊόντα που δεν προβλέπονταν αρχικώς.
Ο μήνας Ιανουάριος ήταν ο πρώτος που εφαρμόστηκαν τα πολυδιαφημισμένα χρωματιστά τιμολόγια χωρίς κρατική επιδότηση και χωρίς πλαφόν στα κέρδη παραγωγών και παρόχων λιανικής. Ευτυχώς για τους καταναλωτές, οι διεθνείς τιμές παρέμειναν έως τώρα σε πολύ χαμηλά επίπεδα και αυτό διευκόλυνε τις εταιρείες να προσφέρουν τιμές χαμηλότερες από εκείνες που επικράτησαν το 2023 και όλη την περίοδο της ενεργειακής κρίσης, όταν η κυρίαρχη ΔΕΗ πρόσφερε τελική χρέωση 16 λεπτών ανά κιλοβατώρα. Το θέμα είναι ότι αυτή η τιμή προέκυπτε όταν η χονδρεμπορική τιμή πετούσε πάνω από τα 200 ή και τα 400 ευρώ ανά μεγαβατώρα ενώ τώρα βρίσκεται συχνά κάτω από τα 100 ευρώ, όσο δηλαδή ήταν τον Ιούλιο του 2021 όταν η ΔΕΗ πωλούσε 11 λεπτά, όπως σημείωσε η «Εφ.Συν.» και πρόσφατα («Εγγυημένα... υπερκέρδη», 28/12/23).
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι πέτυχε τον στόχο της συγκρατώντας τις τιμές χωρίς κανείς να αναρωτιέται εάν αυτές θα μπορούσαν να διαμορφωθούν ακόμη χαμηλότερα λόγω της ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας. Αυτό γεννά ανησυχία, ειδικά στο ενδεχόμενο ανόδου των τιμών πανευρωπαϊκά λόγω μιας παρατεταμένης κακοκαιρίας ή όξυνσης της κρίσης στις οδούς μεταφοράς του φυσικού αερίου.
Τα σημάδια δεν δικαιολογούν καμία επανάπαυση καθώς σήμερα 23 Ιανουαρίου η Ελλάδα επανέρχεται στην κορυφή της ακρίβειας ως προς τις τιμές εκκαθάρισης αγοράς που προκύπτουν χρηματιστηριακά. Η τιμή στην Ελλάδα διαμορφώνεται σήμερα στα 100,9 ευρώ ανά μεγαβατώρα, αυξημένη κατά 10% σε σχέση με τη χθεσινή (91,6 ευρώ), η οποία ήταν επίσης 33% ακριβότερη από την τιμή της Κυριακής (68,7 ευρώ). Κατόπιν τούτου, η Ελλάδα στέφεται πρωταθλήτρια μαζί με τις γειτονικές Βουλγαρία και Ρουμανία, αφήνοντας μακράν στη δεύτερη θέση την Ιταλία (90,4 ευρώ) ενώ όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κινούνται πολύ χαμηλότερα, έως και κάτω από τα 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα (Γερμανία 52,3, Δανία 48 ευρώ).
Στο τέλος του μήνα θα έρθει «η ώρα της αλήθειας» για όποια από τα (κίτρινα) κυμαινόμενα τιμολόγια η τιμή ανακοινώνεται αφού προκύψει η μέση μηνιαία Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς. Τότε θα καταλάβουν οι καταναλωτές εάν κέρδισαν σε σχέση με τη συντριπτική πλειονότητα που παρέμεινε στα ειδικά-πράσινα τιμολόγια. Δεδομένο θεωρείται ότι οι πάροχοι λιανικής θα προσφέρουν την 1η Φεβρουαρίου νέα τιμολόγια με διαφορετικές παραμέτρους (πάγιο, εκπτώσεις, συντελεστές α, L_u κ.λπ.) που θα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο κάθε σύγκριση.
Αγνωστο παραμένει και το αν τελικά η πρώην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (νυν ΡΑΑΕΥ) θα προχωρήσει σε ουσιαστικούς ελέγχους για το αν οι πάροχοι τήρησαν τα προβλεπόμενα ως προς τα τιμολόγια που εφάρμοσαν σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία. Για παράδειγμα κυκλοφόρησαν τιμολόγια με εκπτώσεις που δεν είχαν ανακοινωθεί εμπρόθεσμα αλλά και σταθερό τιμολόγιο (μπλε) με φθηνότερη τιμή, η οποία όμως ισχύει μόνο για οκτώ και όχι δώδεκα μήνες.
Το τιμολόγιο που παρέμεινε άφαντο ήταν το πορτοκαλί, καθώς καμία εταιρεία δεν ανακοίνωσε κάτι σχετικό για όσους διαθέτουν έξυπνο μετρητή. Εδώ η ευθύνη δεν πέφτει στις εταιρείες καθώς δεν έχει εκδοθεί η απαραίτητη υπουργική απόφαση.
Εκεί που προκλήθηκε όμως πραγματικός πανικός είναι στους 400 Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ-ΤΟΕΒ) που λειτουργούν στην περιφέρεια και διαχειρίζονται τα αρδευτικά ύδατα για λογαριασμό 300.000 αγροτών. Οι αρμόδιοι δέχονται τις τελευταίες εβδομάδες ειδοποιήσεις ότι πρέπει να επιστρέψουν χρήματα από κρατική επιδότηση που έλαβαν ενώ δεν τη δικαιούνταν.
Για παράδειγμα, οι ΟΕΒ της Ορεστιάδας καλούνται να επιστρέψουν ποσό 443.000 ευρώ. Και αυτό διότι, με αποφάσεις του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας τον περασμένο Δεκέμβριο, τέθηκε όριο επιδότησης 250.000 ανά οργανισμό ενώ για τις άλλες επιχειρήσεις το όριο είναι 2 εκατομμύρια. Ετσι, οι δύο ΟΕΒ της Ορεστιάδας δικαιούνται επιδότηση μόνο 500.000 ευρώ και πρέπει οι αγρότες να υποβληθούν σε έκτακτη εισφορά για να επιστραφεί το υπερβάλλον ποσό της επιδότησης που έλαβαν ώς τώρα και ήταν 943.000.