Παριανές Μνήμες | Η ελονοσία στην Πάρο (3ο μέρος)
/Η ιστορία της ελονοσίας ταλαιπωρούσε βασανιστικά τους κατοίκους της Παροικιάς κατά τον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα. Στα βόρεια λιβάδια της Παροικιάς υπήρχαν έλη, τα οποία αποτελούσαν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και είχαν σαν συνέπεια την απώλεια πολύτιμου καλλιεργήσιμου εδάφους.
Η κ. Όλγα Μπαδήμα-Φουντουλάκη, αρχιτέκτων, ιστορικός της αρχιτεκτονικής της νεότερης Ελλάδας, παρουσίασε στο περιοδικό «Παριανά» (τευχ.155), τις μελέτες για τις προσπάθειες αποξήρανσης της ελώδους περιοχής της Παροικιάς, που έγιναν στα μέσα του 19ου αιώνα.
Μελέτη του Φυτάλη
Ενώ η μελέτη του Διαμαντίδη εγκρίθηκε από το υπουργείο και αποφασίστηκε η αποξήρανση να γίνει σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, εν τούτοις υπήρχαν αμφιβολίες εάν η προσωπική εργασία των κατοίκων είχε εκτελεστεί σωστά. Το υπουργείο προτού καταβάλει τα έξοδα για τις περαιτέρω τεχνικές εργασίες, διέταξε το επαρχείο Νάξου να αναφέρει περί της εκτελεσθείσης προσωπικής εργασίας και να ελέγξει τι υπολείπεται για την πλήρη αποξήρανση. Τον Οκτώβριο 1860 το επαρχείο διέταξε τον διευθύνοντα στα έργα κατασκευής της προκυμαίας Νάξου, Φυτάλη, να μεταβεί στην Πάρο και να ελέγξει τις εργασίες.
Ο Φυτάλης όμως κατέληξε σε τελείως διαφορετικό συμπέρασμα σε σχέση με τον Διαμαντίδη. Ο Φυτάλης εξέτασε τις τάφρους που είχαν ανασκαφεί από τους κατοίκους με προσωπική εργασία και στη συνέχεια σύγκρινε τις μελέτες των Weiler και Διαμαντίδη, εκ των οποίων, όπως ήδη αναφέρθηκε, η πρώτη προέβλεπε αποξήρανση με σύγχρονη δημιουργία ιχθυοτροφείου, η δεύτερη αποξήρανση απλώς με επιχωμάτωση. Επιπλέον, παρατήρησε ότι λόγω της φυσικής θέσης του έλους, που βρισκόταν χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας, ήταν αδύνατη η αποξήρανση με απλή επιχωμάτωση, εξ άλλου δεν υπήρχε αρκετό υλικό για την επιχωμάτωση. Εάν το έλος ήθελε αποξηρανθεί πλήρως, πέραν του ότι η πλήρης αποξήρανση θα κόστιζε περισσότερο λόγω της μεταφοράς των υλικών για την επιχωμάτωση, κατά την εποχή των βροχών με την ορμητική ροή των υδάτων θα σχηματιζόταν πάλι έλος, επειδή το έδαφος είχε ελάχιστη κλίση ενώ τα ύδατα θα προσέγγιζαν με μεγάλη ορμή. Έτσι θεώρησε τη μελέτη του Weiler επιστημονικά σωστότερη και συνέταξε νέο σχέδιο βασιζόμενος στο αρχικό σχέδιο του Weiler. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να μετατραπεί ένα μέρος του έλους σε μικρό ιχθυοτροφείο, το οποίο θα απέφερε και προσόδους, αναλόγως με τη δαπάνη που θα επενδυόταν για τη δημιουργία και τη συντήρηση του. Κατά τον Φυτάλη, το ιχθυοτροφείο θα ήταν οκτάπλευρο, η κάθε πλευρά του θα είχε μήκος 42 μέτρα και το συνολικό εμβαδόν του θα ανερχόταν 8.400 τ.μ. Ο Φυτάλης προέβλεπε μια μεγάλη διώτυγα για να επικοινωνεί το ιχθυοτροφείο με τη θάλασσα και μια λιθόκτιστη γέφυρα πάνω από τη διώρυγα. Επίσης, προέβλεπε η διώρυγα να σχηματίζει ένα ελιγμό κατά την εκβολή στη θάλασσα και ακόμη προέβλεπε την κατασκευή ενός μικρού μόλου από ογκόλιθους, ο οποίος θα εμπόδιζε τα κύματα να φέρουν άμμο στο ιχθυοτροφείο. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του θα απαιτούνταν 6.562 δρχ. για τεχνικά έργα και 3.703,50 δρχ. για ημερομίσθια, στο σύνολο η αποξήρανση θα κόστιζε 13.228,43 δρχ.
Ο νέος διευθυντής Μηχανικού Κυκλάδων, Ρίζος, ενέκρινε το σχέδιο και τον προϋπολογισμό Φυτάλη για την αποξήρανση του έλους της Παροικιάς και τα υπέβαλε στο υπουργείο Εσωτερικών.
Ο Νομάρχης Κυκλάδων, Α. Αλεξανδρόπουλος, παρακάλεσε το υπουργείο Εσωτερικών να διατάξει τη διεύθυνση Μηχανικού Κυκλάδων να εκτελέσει την κατασκευή του ιχθυοτροφείου σύμφωνα με το σχέδιο Φυτάλη, το οποίο, όπως αναφέρθηκε, βασιζόταν στην ιδέα τουWeiler. Επειδή μετά την αποπεράτωση των έργων το ιχθυοτροφείο θα ήταν δημοτική περιουσία και τα έσοδα του δημοτικά, θα έπρεπε ο δήμος να αναλάβει τα έξοδα για τα τεχνικά έργα. Αλλά από την άλλη πλευρά, ο δήμος, δε διέθετε το ποσό των 6.562 δρχ. για τα τεχνικά έργα, καλό θα ήταν η κυβέρνηση να δάνειζε τον δήμο Πάρου το ποσό αυτό ατόκως για μια δεκαετία.
Η περαιτέρω εξέλιξη
Ενώ αρχικά ο Νομάρχης Κυκλάδων υποστήριξε να γίνει η αποξήρανση σύμφωνα με το σχέδιο των Weiler και Φυτάλη, δηλαδή με την κατασκευή ιχθυοτροφείου, επειδή οι κάτοικοι προτιμούσαν την πλήρη κατάργηση του έλους, ασφαλώς επειδή είχαν άγχος μήπως με την ύπαρξη του ιχθυοτροφείου δημιουργηθούν νέες εστίες μολύνσεως, τον Ιανουάριο 1862 ο ίδιος ο Νομάρχης πρότεινε στο υπουργείο Εσωτερικών, η αποξήρανση να γίνει σύμφωνα με τη μελέτη του Διαμαντίδη, δηλαδή χωρίς ιχθυοτροφείο.
Ένα από τα επιχειρήματα του Φυτάλη ήταν ότι δεν υπήρχαν αρκετά υλικά για την πλήρη επιχωμάτωση του έλους. Έτσι, τον Νοέμβριο 1862, το υπουργείο Εσωτερικών έδωσε εντολή στη Νομαρχία και τη διεύθυνση Μηχανικού Κυκλάδων να ερευνήσουν, εάν υπάρχουν αρκετά χαλίκια και άμμος στη γειτονική παραλία, με τα οποία θα γέμιζε ο χώρος του έλους. Η βροχή σε μικρό διάστημα θα παρέσυρε χώματα από τους γειτονικούς λόφους, τα οποία θα κάλυπταν την άμμο και τις πέτρες και έτσι σύντομα θα δημιουργείτο καλλιεργήσιμη επιφάνεια.
Τα έγγραφα του Οθωνικού Αρχείου δεν παρέχουν πληροφορίες για την περαιτέρω εξέλιξη. Έτσι δε γνωρίζουμε αν έγινε τη δεκαετία του 1860 κάποια επιχωμάτωση σύμφωνα με το σχέδιο Διαμαντίδη. Εάν έγινε επιχωμάτωση, τότε ήταν σίγουρα ελλιπής και οι εστίες μολύνσεως τουλάχιστον μέχρι το 1926 δεν είχαν εξαλειφτεί. Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1920 υπό τη διεύθυνση του μηχανολόγου Μιχαήλ Ν. Κρίσπη, έγινε συστηματική επιχωμάτωση χάρη στη σιδηροδρομική γραμμή Decauville που τοποθέτησε και με τη χρήση ειδικών βαγονιών, με τα οποία πραγματοποιήθηκε η μεταφορά μεγάλου όγκου χωμάτων από τους γύρω λόφους και τότε πραγματικά επιτεύχθηκε πλήρης αποξήρανση της ελώδους εκτάσεως της Παροικίας. Το ιστορικό της αποξήρανσης του μικρού έλους της Παροικίας, ξεκίνησε το 1840 και μέχρι το 1862 δεν είχε ακόμη τελειώσει. Αποτελεί ένα καλό παράδειγμα εκτέλεσης ενός έργου υποδομής την εποχή εκείνη, ίσως και σήμερα. Τελικά η οριστική αποξήρανση επιτεύχθηκε 70 χρόνια αργότερα.
Πηγές: «Παριανά» τευχ. 155
Χριστόδουλος Α. Μαούνης