ΕΠΑΨΥ: Πανδημία και παιδιά
/Η νέα πραγματικότητα δε θα μπορούσε να μην έχει αντίκτυπο στον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο των παιδιών. Αναμένουμε να διακινηθούν έντονα άγχη και ανησυχίες για την υγεία και τη ζωή, συναισθήματα όπως φόβος και ανασφάλεια για το μέλλον, αμφιθυμία, ευερεθιστότητα καθώς και ποικίλες σωματοποιήσεις. Πολλά παιδιά κατά την περίοδο του εγκλεισμού παρουσίασαν παλινδρομήσεις των λειτουργιών αυτονόμησης, εκδηλώνοντας νυχτερινή ενούρηση, δυσκολίες στον ύπνο και στη πρόσληψη τροφής, φοβίες και άγχος αποχωρισμού από τα πρόσωπα φροντίδας.
Πρόκειται για την ηλικιακή ομάδα ανθρώπων που έχει στοχοποιηθεί σημαντικά, καθώς ενώ τα ίδια τα παιδιά νοσούν ήπια ή περνούν υποκλινικά τη νόσο, μπορούν να μεταδώσουν τη λοίμωξη σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, τα οποία έχουν κι άλλα υποκείμενα νοσήματα κι αυτό να αποβεί μοιραίο. Η πληροφορία αυτή σε ένα φαντασιωσικό επίπεδο αποδομεί την εικόνα του «ύπερ ήρωα» με τον οποίο τείνουν να ταυτίζονται τα παιδιά, του ανθρώπου εκείνου που χρησιμοποιεί τις υπερφυσικές δυνάμεις του για το κοινό καλό. Η ιστορία της πανδημίας καθιστά το παιδί ως τον «κακό» της υπόθεσης, όπου με την παρουσία του και μόνο μπορεί να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή του αγαπημένου παππού, της αγαπημένης γιαγιάς ή και των γονιών και αδελφών που ενδεχομένως να ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Μιλάμε, λοιπόν, για ενοχές που εγείρουν ταυτοχρόνως άγχη θανάτου και άγχη αφανισμού, τα οποία βεβαίως ο ψυχισμός του παιδιού δεν είναι σε θέση να επεξεργαστεί και εν συνεχεία να μεταβολίσει. Τείνουν με τη φαντασία τους να δημιουργούν μια διαστρεβλωμένη πραγματικότητα των γεγονότων, η οποία μπορεί να είναι πολύ τρομακτική για τα ίδια και τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Στην περίπτωση μάλιστα που ενυπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες ψυχικής ευαλωτότητας, τα παιδιά όντας επιβαρυμένα μπορούν να παρουσιάσουν υποτροπιάζουσες συμπεριφορές.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις ψυχολογικές και συναισθηματικές επιπτώσεις του φαινομένου της πανδημίας, είναι σημαντικό τόσο το οικογενειακό όσο και το σχολικό περιβάλλον να βοηθήσει στην μείωση του στρες των παιδιών και νασυμβάλλει στην ψυχική ενδυνάμωση τους. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από τον έλεγχο των πληροφορίων με τις όποιες έρχεται σε επαφή το παιδί και ταυτόχρονα την ενίσχυση ενός ασφαλούς περιβάλλοντος, όπου το παιδί μπορεί να μιλήσει για αυτά που το απασχολούν. Είναι σημαντικό οι γονείς να επιλύουν απορίες με ψυχραιμία, σαφήνεια και ενσυναίσθηση. Επίσης, η διατήρησηκαι η ενίσχυση του κοινωνικού δικτύου όπως φίλοι, συμμαθητές, συγγενικά πρόσωπα, καθώς και η εμπλοκή σε δραστηριότητες που βοηθούν τα παιδιά να αποφορτιστούν συναισθηματικά, είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την μείωση του στρες που μπορεί να βιώνουν αυτή την περίοδο. Τέλος, η διατήρηση της καθημερινής τους ρουτίνας αλλά και η προετοιμασία του παιδιού σε περίπτωση αλλαγής της καθημερινότητας είναι παράγοντες που δρουν καθησυχαστικά και μειώνουν την βίωση του στρες.
Καθοριστικός παράγοντας για την ψυχική υγεία των παιδιών είναι ο προστατευτικός ρόλος των γονιών. Αν οι γονείς μπορέσουν να διαχειριστούν τα δικά τους συναισθήματα, θα μπορέσουν να υποδεχτούν και να μεταβολίσουν ψυχικά τα συναισθήματα που διακινούνται στα παιδιά. Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να ενδυναμωθεί ο ψυχισμός τους, μέσα από την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη που τους προσφέρουν. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα παιδιά είναι εκ φύσεως ευπροσάρμοστα, ψυχικά ανθεκτικά περισσότερο από τους ενήλικους και μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά, εφόσον λάβουν σωστή ενημέρωση και καθοδήγηση από το οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον.
Όλα τα παραπάνω συντελούν στην δόμηση ψυχικής ανθεκτικότητας του παιδιού, που θα είναι μία σημαντική δεξιότητα για όλη του την ζωή. Αναλυτικότερα, με τον όρο «ψυχική ανθεκτικότητα» αναφερόμαστε σε μια δυναμική διαδικασία κατά την οποία το παιδί εμφανίζει θετική προσαρμογή ή την ικανότητα να διατηρήσει την ψυχική του υγεία μέσα σε πλαίσιο προκλήσεων και αντίξοων συνθηκών, χρησιμοποιώντας επιτυχώς τους διαθέσιμους σε αυτό πόρους και τα υποστηρικτικά συστήματά του. Παράγοντες περιβαλλοντικοί και ατομικοί που ενισχύσουν την ψυχική ανθεκτικότητα στα παιδιά είναι η ύπαρξη θετικών σχέσεων με στοργικούς ενήλικες, η αποτελεσματική γονεϊκή παρουσία καθώς και οι αποτελεσματικοί εκπαιδευτικοί. Επίσης, σημαντικό είναι η δημιουργία ενός εκπαιδευτικούσυστήματος που ενσωματώνει και εμπεριέχει κάθε παιδί με τις ιδιαιτερότητές του και τις ειδικές του μαθησιακές ανάγκες. Η ψυχική ανθεκτικότητα ενισχύεται και μέσα από την αυτοαποτελεσματικότητα, την ικανότητα για αυτοέλεγχο, την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, την αποτελεσματικότητα στην διαχείριση του άγχους, την παρουσία κινήτρων για επιτυχία καθώς και την νοηματοδότηση της ζωής.
Πέρα από το απειλητικό και επιθετικό στοιχείο μιας κρίσης, ας σκεφτούμε ότι η κρίση μπορεί να είναι και ευκαιρία για αλλαγή. Ως προς την σχέση μας με το παιδί, η κρίση της πανδημίας μπορεί να είναι μια ευκαιρία να απλοποιήσουμε την καθημερινότητα, πχ να απαλλαγούμε από περιττές δραστηριότητες και να εστιάσουμε σε εκείνες που το παιδί πραγματικά θέλει, το εμπλουτίζουν συναισθηματικά, κοινωνικά και γνωστικά, το ψυχαγωγούν.
Συνολικά μία κρίση ωθεί προς την αλλαγή επειδή μας καλεί σε αναδιαμόρφωση και επανεξέταση αυτού που φαίνεται να μην είναι πολύ λειτουργικό. Επομένως, μπορούμε να την δούμε ως ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες και τις προτεραιότητές μας. Ευκαιρία για κτίσιμο γερών, σταθερών διαπροσωπικών σχέσεων. Ευκαιρία για διεκδίκηση καλύτερης ποιότητας ζωής.
Μαριρένα Παγκάκη, Κοινωνική Λειτουργός Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας ΕΠΑΨΥ
Ειρήνη Διακάκη, Κλινική ΨυχολόγοςΚινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας ΕΠΑΨΥ
Λάουρα Κολάγκη, Κλινική Ψυχολόγος Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας ΕΠΑΨΥ