«Πανδημία απώλειας» στον παιδικό ψυχισμό | Της Χρ. Τσίγκου (ΕΠΑΨΥ)

Η έννοια της απώλειας και η διεργασία του πένθους είναι μια εμπειρία που αφορά όλους μας και ο καθένας από εμάς καλείται να την αντιμετωπίζει σε μια ή περισσότερες φάσεις της αναπτυξιακής πορείας του.

Ωστόσο, τον τελευταίο ένα χρόνο η πανδημία του COVID-19 την οποία ζούμε, αποτελεί μια πρωτόγνωρη συνθήκη για την παγκόσμια κοινότητα και οι προβλέψεις για τις επιπτώσεις της είναι πολλές. Η πιο σημαντική επίπτωση της πανδημίας του COVID-19 είναι ο αυξημένος αριθμός θανάτων, μέχρι πρότινος κυρίως ηλικιωμένων ανθρώπων αλλά πια και νεότερων. Τα άτομα αυτά είναι αγαπημένοι συγγενείς και φίλοι και η απώλεια τους οδηγεί σε πένθος τόσο ατομικό, όσο και συλλογικό.

Καλούμαστε να αναθεωρήσουμε κάποιες από τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις μας, όπως για παράδειγμα, ότι ο κόσμος μας είναι ασφαλής, ότι έχουμε έλεγχο στη ζωή μας και ότι μπορούμε να προστατεύουμε τους δικούς μας ανθρώπους από οτιδήποτε θα μπορούσε να τους βλάψει.

Πως όμως αντιλαμβάνονται και βιώνουν τα παιδιά την απώλεια, ιδίως το τελευταίο διάστημα που είναι εκτεθειμένα σ’ αυτή με ποικίλους τρόπους; Ακόμα και αν δεν έχουν  βιώσει στο στενό περιβάλλον τους την απώλεια κάποιου αγαπημένου προσώπου ή την ασθένεια, βιώνουν συλλογικά την απώλεια της κανονικότητας τους, που χαρακτήριζε τη ζωή τους μέχρι σήμερα και θεωρούταν δεδομένη. Με την έννοια κανονικότητα, αναφέρομαι στον προστατευτικό ιστό του σχολείου, όπως λειτουργούσε δια ζώσης, στις εξωσχολικές δραστηριότητες, στην ομαλή κοινωνικοποίηση τους με τους συνομηλίκους τους, στις δια ζώσης επαφές με αγαπημένα συγγενικά πρόσωπα, όπως παππούδες, γιαγιάδες. Όλα τα παραπάνω εκλείπουν για τα παιδιά και κατ’ επέκταση για τους γονείς, οδηγώντας και σε μια απώλεια της σταθερότητας και του πλαισίου μέσα στο οποίο λειτουργούσαν οι οικογένειες μέχρι πρότινος.

Τα παιδιά, λοιπόν, εκφράζουν την απώλεια «τμηματικά». Προκειμένου ο ψυχισμός τους να αντέξει τα επώδυνα συναισθήματα μιας απώλειας έχει ανάγκη από σημαντικά «διαλείμματα» κανονικότητας, σε αντίθεση με τους ενήλικες, που αναμένεται να επεξεργάζονται τις επώδυνες σκέψεις – συναισθήματα με έναν περισσότερο συνεχή και σταθερό τρόπο. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να συμμετέχει σε μια κηδεία αγαπημένου του προσώπου και να είναι πολύ θλιμμένο και το ίδιο απόγευμα να παίζει στο σπίτι ενός φίλου του και να χαίρεται το ίδιο έντονα. Επίσης, τα παιδιά εκφράζουντα συναισθήματα που συνοδεύουν την απώλεια, το πένθος τους έμμεσα και συμβολικά. Το παιχνίδι, οι ζωγραφιές, οι ιστορίες που αφηγούνται ενέχουν συχνά στοιχεία της συναισθηματικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται και του στοιχείου που μπορεί να επεξεργάζονται. Είναι πιθανό ένα παιδί να μην είναι σε θέση να συζητήσει πτυχές της απώλειας, αλλά να μεταφέρει αυθόρμητα αυτά που το απασχολούν με συμβολικό-μεταμφιεσμένο τρόπο. Δεν αναζητούν συνειδητά υποστήριξη. Ένα παιδί που θρηνεί, ιδιαίτερα όσο μικρότερο είναι, είναι συχνά μπερδεμένο σε σχέση με το τι του συμβαίνει. Συχνά δε συνειδητοποιεί καν ποια ακριβώς συνθήκη το δυσκολεύει και έτσι η πιθανότητα να ζητήσει ανοιχτά βοήθεια είναι τις περισσότερες φορές μικρή. Είναι σημαντικό τα πρόσωπα φροντίδας των παιδιών να είναι σε θέση να τα υποστηρίξουν, να λειτουργήσουν ως «κράτημα» με τον κατάλληλο τρόπο και να τα βοηθήσουν να διαχειριστούν τις πτυχές της απώλειας που τα δυσκολεύουν.

Στα μικρά παιδιά, μετά από την απώλεια του ενός σημαντικού προσώπου, μπορεί να παρατηρήσουμε επιστροφή σε συμπεριφορές που αντιστοιχούν σε προηγούμενα στάδια της αναπτυξιακής πορείας και σε πιο πρώιμες μορφές σχέσης με άλλα πρόσωπα. Για παράδειγμα, μπορεί να παρατηρηθούν η προσκόλληση σε κάποιο πρόσωπο φροντίδας, τάση κυριαρχίας, τάση για καβγά, απληστία, εξαρτητική συμπεριφορά και δραστηριότητες όπως το πιπίλισμα ή το λίκνισμα. Ως προς τις επιθετικές τάσεις, παρατηρούμε ανεπιτήδευτες, ωμές μορφές τους, όπως είναι το δάγκωμα, το φτύσιμο και το ξύλο. Παρόμοιες εκδηλώσεις παρατηρούμε και μετά από σημαντικές τραυματικές εμπειρίες και άρα μπορούμε να πούμε πως η απώλεια ενός σημαντικού προσώπου βιώνεται και λειτουργεί ως τραύμα για τα μικρά παιδιά.

(Συνεχίζεται…)

Τσίγκου Χριστίνα

Κλινική Ψυχολόγος MSc

Κινητή Μονάδα Ψυχικής Υγείας ΒΑ Κυκλάδων ΕΠΑΨΥ